μεροδέντρι

μεροδέντρι
το
-ιού
1. το δέντρο που ημερώθηκε με εμβολιασμό.
2. τα οπωροφόρα δέντρα.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”